Μία ανεπανάληπτη αισθητική εμπειρία υψηλής ραπτικής και τέχνης. Της Μάρνης Χατζηεμμανουήλ

Ο διεθνούς φήμης σχεδιαστής μόδας Βασίλης Ζούλιας ήρθε στη Θεσσαλονίκη και στην ιστορική έπαυλη Μορντώχ

Η Ισαβέλλα -η ψηλή κούκλα μου με τα καστανόξανθα μαλλιά- όταν μου την έδωσε στα χέρια η γιαγιά Μαρίτσα για τα γενέθλιά μου, φορούσε ένα φόρεμα σατέν κατακίτρινο, μακρύ τόσο, που σκέπαζε τα πόδια της με τα πλαστικά γοβάκια. Εκείνα ήταν καφετιά, ίδιο χρώμα με την μικρή της τσάντα επίσης από σατέν.

Η τσαντούλα της είχε ένα μεταλλικό κουμπί το οποίο άνοιγα κάθε φορά που έβαζα σ’ αυτήν μικροαντικείμενα που έπαιρνε μαζί της η Ισαβέλλα στους περιπάτους της στον διάδρομο του σπιτιού ή στο μπαλκόνι όταν είχε καλό καιρό.

Με τον καιρό άρχισα να της φοράω και άλλα ρούχα από άλλες κούκλες -όλα της ήταν μικρά στο μέγεθος καθώς αυτή ήταν η πιο ψηλή- και όταν η γιαγιά, η Νίκη αυτήν την φορά, μου έμαθε να πλέκω, της είχα αλλαξιές με πλεκτά ρούχα. Τα περισσότερα ήταν κόκκινα, λίγα λευκά και ελάχιστα εμπριμέ.

Την ημέρα που η Ισαβέλλα έφυγε από το σπίτι εγώ ταξίδευα για Αθήνα όπου θα ξεκινούσα την έκτη δημοτικού στο δημοτικό σχολείο της Κυψέλης. Εκεί μετά από καιρό την ξέχασα -μπήκαν τόσα καινούρια πράγματα στην ζωή μου- για να την ξαναβρώ μετά από 30 χρόνια στο Παλαιοπωλείο του Γιάννη Βαβάτση να με κοιτάει με μάτια ορθάνοιχτα -όπως και εγώ- φορώντας πάντα εκείνο το πρώτο της εντυπωσιακό φουστάνι.

Η Ισαβέλλα ήταν η αφορμή να κοιτώ τις βιτρίνες με ρούχα, να ξεφυλλίζω περιοδικά μόδας, να διαβάζω την ζωή και συνεντεύξεις αρχικά σχεδιαστριών μόδας όπως της Κοκό Σανέλ, μία πρωτοποριακή μορφή που έδωσε την ώθηση να απελευθερωθούν οι γυναίκες από τους κορσέδες, ενώ καθιέρωσε το «κοντό μαύρο φόρεμα».

Η Κοκό Σανέλ ξεκίνησε σαν τραγουδίστρια σε μπαρ και το 1912 άνοιξε το πρώτο της σαλόνι μόδας. Σύντομα εξελίχθηκε σε μία αναγνωρισμένη σχεδιάστρια που μέσα του 20ού αιώνα καθόριζε τις τάσεις της υψηλής ραπτικής, ενώ ρούχα της εταιρείας Chanel φορούσαν διασημότητες όπως η Jacqueline Kennedy και η Grace Kelly.

Και στην συνέχεια σχεδιαστών μόδας…

Ο Βασίλης Ζούλιας, είναι ένας πολύ επιτυχημένος Έλληνας σχεδιαστής μόδας, ο οποίος έχει καταφέρει να κάνει το όνομά του γνωστό διεθνώς. Το μεγάλο του πάθος ανακάλυψε από την εφηβεία του και στη δεκαετία του ’80 ήδη βρισκόταν στις μεγάλες επιδείξεις μόδας.

Ο διεθνούς φήμης σχεδιαστής μόδας ήρθε στη Θεσσαλονίκη και στην ιστορική έπαυλη Μορντώχ όπου πραγματοποίησε μία εξαιρετικά επιτυχημένη επίδειξη μόδας σε συνεργασία με τον σύλλογο «Μ.Α.Ζ.Ι. - Με Αλληλεγγύη Ζούμε Ισότιμα».

Φινετσάτες δημιουργίες, γεμάτες δύναμη και αυτοπεποίθηση

Τα εντυπωσιακά μοντέλα φορούσαν τα ιδιαίτερα κοσμήματα του Περικλή Κονδυλάτου και κινούνταν ανάμεσα στον κόσμο και στα αναγεννησιακά, νεοκλασικά, μπαρόκ και αρτ νουβό στοιχεία της βίλας αναδεικνύοντας τη νέα του κολεξιόν του μετρ του είδους Βασίλη Ζούλια με τον διακριτικό τίτλο FIRST LADY, προσφέροντας στο κοινό μία ανεπανάληπτη αισθητική εμπειρία υψηλής ραπτικής και τέχνης.

Οι φινετσάτες δημιουργίες, γεμάτες δύναμη και αυτοπεποίθηση έδωσαν στον χώρο επιπλέον λάμψη με την αλάνθαστη υπογραφή του Maison Zoulias προβάλλοντας τις δομημένες γραμμές, και το εκλεπτυσμένο στιλ, μέσα από μία εξαίσια συλλογή για γυναίκες που αγαπούν την κομψότητα.

Η Βίλα Μορντώχ κατακλίστηκε από κόσμο που καταχειροκρότησε τις σπουδαίες δημιουργίες. Το σόου με τα εντυπωσιακά μοντέλα που μονοπώλησαν τα φλας των φωτογράφων για άλλη μία χρονιά στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

Οι πηγές έμπνευσης

Ποιες όμως είναι οι πηγές έμπνευσης του καθώς μιλούμε για χειροποίητα ρούχα από πολυτελή υφάσματα, ρούχα υψηλής ποιότητας, αποκλειστικά και με εξατομικευμένη ραφή; «Δεν προέρχεται ποτέ από τα trends της στιγμής. Απεναντίας, κοιτάζω πάντα πίσω για να προχωρήσω μπροστά. Εμπνέομαι από διεθνή πρότυπα της ομορφιάς και του στιλ και φυσικά από τις ίδιες τις γυναίκες που συναντώ.

Όταν μιλάμε για Maison Zoulias, μιλάμε για «Demi-Couture». Η πολυτέλεια για εμένα κρύβεται στον χρόνο που αφιερώνουμε σε κάθε ρούχο. Στην εξατομικευμένη ραφή, στο πώς το ύφασμα ‘μιλάει’ στο σώμα. Η έμπνευση είναι η επιθυμία να κάνω κάθε γυναίκα να νιώσει μοναδική, φορώντας κάτι που έχει φτιαχτεί με αγάπη και δεξιοτεχνία, κόντρα στην ταχύτητα της μαζικής παραγωγής», λέει ο Βασίλης Ζούλιας.