Το φαγητό που μοιράζεται στα παιδιά των σταθμών του Δήμου Θεσσαλονίκης, δεν θυμίζει σε τίποτα απρόσωπες βιομηχανικές μερίδες, αλλά μοιάζει περισσότερο με εκείνο το σπιτικό φαγητό που ετοιμάζεται με αγάπη, επιμέλεια και μεράκι από τους γονείς, στο σπίτι. Στον ζεστό ατμό που αναδύεται κάθε πρωί από τις κατσαρόλες του μαγειρείου του Παιδικού σταθμού «Μ. Αλέξανδρος», μοιάζει να χωρά ολόκληρη η φροντίδα μιας μεγάλης οικογένειας.
Αυτή η «σπιτική» ποιότητα, καθόλου τυχαία συνθήκη δε μοιάζει, καθώς είναι το αποτέλεσμα μιας μεγάλης οργανωτικής αλλαγής που εδώ και έναν χρόνο έχει μεταβάλλει τη διαδικασία σίτισης για τα παιδάκια της πόλης.
Ο Δήμος Θεσσαλονίκης λειτουργεί σήμερα 17 παιδικούς σταθμούς. Τα παλιά μαγειρεία των δομών του Οργανισμού Βρεφονηπιακής, Παιδικής και Οικογενειακής Μέριμνας (Ο.ΒΡΕ.Π.Ο.Μ.), τα τελευταία χρόνια, δεν πληρούσαν τις προδιαγραφές που απαιτούνταν, καθώς είχαν περιορισμένη δυναμικότητα παρασκευής φαγητού έως 150 μερίδες, εξοπλισμό που παρουσίαζε συχνά βλάβες και ένα προσωπικό 15 εργαζομένων, αρκετοί εκ των οποίων με μειωμένο ωράριο. Η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε να ανταποκριθεί ούτε στον όγκο των παιδιών των σταθμών, ούτε στα υψηλά επίπεδα υγιεινής που απαιτούνται σε δομές προσχολικής ηλικίας.
Ένα ενιαίο κεντρικό μαγειρείο
Για την αντιμετώπιση του παραπάνω προβλήματος, η λύση που προκρίθηκε από τη διοίκηση Αγγελούδη πριν από ένα χρόνο, ήταν η πλήρης αξιοποίηση του σύγχρονου κεντρικού μαγειρείου του Δημοτικού Βρεφοκομείου Σταθμού «Μ. Αλέξανδρος» στην Τούμπα. Με δυνατότητα παραγωγής 1.100–1.300 μερίδων ημερησίως, πλήρη συμμόρφωση με τις προδιαγραφές και άρτιο εξοπλισμό, ο «Μ. Αλέξανδρος» αποτέλεσε το ιδανικό σημείο συγκέντρωσης και οργάνωσης της διαδικασίας σίτισης.
Όπως εξηγεί η Αντιδήμαρχος Παιδικής Μέριμνας, Οικογένειας και Κοινωνίας των Πολιτών, Θεοδώρα Λειψιστινού στο emakedonia.gr, εδώ και περίπου έναν χρόνο, το σύστημα λειτουργεί πλήρως. Το φαγητό παρασκευάζεται στο κεντρικό μαγειρείο και μεταφέρεται καθημερινά σε όλους τους σταθμούς με ειδικά οχήματα που εξασφαλίζουν την απαιτούμενη ψύξη και θέρμανση.
«Με αυτό τον τρόπο, επιτυγχάνονται ενιαία και εξειδικευμένη εποπτεία από επιστήμονα τροφίμων, μείωση υγειονομικών κινδύνων, τυποποίηση συνταγών και μενού, σημαντική εξοικονόμηση πόρων στη λειτουργία και στις προμήθειες, εύκολη διαχείριση κρίσεων καθώς και προετοιμασία για πιστοποίηση HACCP», εξηγεί.
Οι προδιαγραφές ωστόσο, από μόνες τους, χωρίς τους κατάλληλους ανθρώπους να τις τηρούν, δε φέρνουν αποτελέσματα.
Μια ασφαλής διαδικασία
Για να καταστεί το εν λόγω έργο της σίτισης όλων των μικρών παιδιών του Δήμου Θεσσαλονίκης δυνατό, η Φρόσω, η Φωτεινή και η Μέλπω, ξυπνούν και επιδίδονται στη μαγειρική καθημερινά από τα χαράματα, στο ενιαίο Δημοτικό Μαγειρείο του Βρεφονηπιακού Σταθμού «Μ. Αλέξανδρος» στην Τούμπα.
Η διαδικασία είναι αυστηρά οργανωμένη. Στις 07:30 το πρωινό είναι έτοιμο και τα οχήματα αναχωρούν για να τα μεταφέρουν στους παιδικούς σταθμούς του Δήμου. Μέχρι αυτά να επιστρέψουν, οι μαγείρισσες ετοιμάζουν το μεσημεριανό, του οποίου η παρασκευή, «βαριά – βαριά» μέχρι τις 10:00, ολοκληρώνεται.
Οι σουπίτσες, τα φασολάκια, τα μακαρόνια, το κοτοπουλάκι και ότι άλλο τρώνε τα μικρά παιδάκια, κατανέμεται σε 900 μερίδες οι οποίες φορτώνονται σε ειδικές θερμομονωτικές κατσαρόλες και ξεκινούν τη διανομή τους σε όλους τους σταθμούς.
Ποιοτικός έλεγχος και ενιαίο διαιτολόγιο για όλα τα παιδιά
Η ροή είναι σταθερή, μεθοδική και πλήρως ελεγχόμενη, εξασφαλίζοντας ότι κάθε παιδί θα λάβει ασφαλές, υγιεινό και θρεπτικό γεύμα. Για να καταστεί το συγκεκριμένο πρόγραμμα όμως λειτουργικό, καθώς και για να διασφαλιστεί η σωστή και ασφαλής διατροφή των νηπίων, υπάρχει αρκετός έλεγχος και οργάνωση.
Η τεχνολόγος τροφίμων, Έφη Μαυρομιχάλη, η οποία εργάζεται στη σίτιση των παιδικών σταθμών του Δήμου από το 1994, περιγράφει στο emakedonia.gr την αλλαγή ως καθοριστική. «Το μαγειρείο είναι ένα, αλλά από αυτό τρώνε πλέον όλα τα παιδάκια. Παλιά είχαμε οκτώ μαγειρεία, μετά μείναμε με τρία, και από πέρσι συγκεντρωθήκαμε όλοι στο “Μέγα Αλέξανδρο”. Είναι πολύ πιο εύκολη η εποπτεία και το φαγητό είναι ίδιο παντού», αναφέρει.
Η επιλογή ενός ενιαίου μαγειρείου, σε συνδυασμό με την κεντρική διεύθυνση των προμηθειών, επιτρέπει υψηλό επίπεδο ποιοτικού ελέγχου, καλύτερη παρακολούθηση των προμηθειών και σημαντική εξοικονόμηση δημοτικών πόρων. Παράλληλα, όλες οι δομές ακολουθούν πλέον ενιαίο διαιτολόγιο, προσαρμοσμένο στις ανάγκες των παιδιών προσχολικής ηλικίας.
«Κάθε ημέρα, παρασκευάζονται 900 μερίδες μεσημεριανού και διανέμονται άλλες 900 μερίδες πρωινού. Όλα τα προϊόντα, από το γάλα και το ψωμί μέχρι το γιαούρτι, το κουλούρι και τα αυγά, περνούν από έλεγχο πριν σταλούν στους σταθμούς», σημειώνει η κ. Μαυρομιχάλη.