- Newsroom
Με σενάριο... ταινίας δράσης μοιάζει η ζωή του «Έλληνα Εσκομπάρ» που συνελήφθη για εμπλοκή σε μεγάλη διακίνηση ναρκωτικών στον Πειραιά, από χώρες της Λατινικής Αμερικής.
Εξαγωγές όπλων από την Ελλάδα στους Σαντινίστας της Νικαράουγα, ερωτικές σχέσεις με πόρνες στην Αμβέρσα, επενδύσεις σε επώνυμες επιχειρήσεις και αγορές ποδοσφαιρικών ομάδων στην Ελλάδα, ξέπλυμα εκατομμυρίων μέσω του ΟΠΑΠ και συμβόλαια θανάτου, είναι μερικά από τα σκηνικά που χαρακτηρίζουν τη ζωή του, σύμφωνα με το vice.gr.
Από «πόρτα» σε κλαμπ της Συγγρού και πλήρωμα σε λαθρεμπορικά, ο άντρας που στην αργκό της Ασφάλειας είχε το παρατσούκλι «χοντρός» κατάφερε μέσα σε δύο δεκαετίες να αποκτήσει διεθνείς διασυνδέσεις, ισχύ και δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Όπως αποκαλύφθηκε ήταν ιδιοκτήτης τεσσάρων εταιρειών με αλιευτικά σκάφη και έδρα την Κυλλήνη, συμμετείχε ως μέτοχος σε εταιρείες επώνυμων ρούχων, είχε συστήσει χρηματιστηριακή εταιρεία , ενώ αναμείχθηκε στα διοικητικά μιας ερασιτεχνικής ομάδας ποδοσφαίρου που μέσα σε τρία χρόνια βρέθηκε να πρωταγωνιστεί στο πρωτάθλημα της Β΄ Εθνικής.
Οι πρώτες συλλήψεις το 2004
Στα χέρια των Γερμανικών αρχών έπεσε το καλοκαίρι του 2004 στο αεροδρόμιο λίγο πριν επιβιβαστεί σε αεροπλάνο με προορισμό την Αμβέρσα ή, σύμφωνα με εναλλακτική εκδοχή, τη Βενεζουέλα. Αρχικά, κατηγορήθηκε για μεταφορά 5,4 τόνων κοκαϊνης.
Τον Αύγουστο του 2004 ο ναρκέμπορος εντοπίστηκε στη Στουτγάρδη της Γερμανίας και συνελήφθη. Από την πρώτη στιγμή που έπεσε στα χέρια των διωκτικών Αρχών ισχυρίστηκε ότι δεν έχει καμία σχέση. Ωστόσο δεν κατάφερε να πείσει. Σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων του Πειραιά, όμως, μετέτρεψε την ποινή των ισοβίων σε κάθειρξη 22 ετών.
Τον Ιούνιο του 2015 αφέθηκε ελεύθερος λόγω… πρότερου έντιμου βίου, βάσει των διατάξεων του νόμου Παρασκευόπουλου, για να συλληφθεί εκ νέου τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, με απόφαση του Αρείου Πάγου.
Ήδη στο στόχαστρο από το 1999 κλιμάκιο της Αμερικανικής Υπηρεσίας Δίωξης Ναρκωτικών (DEA) στο Βέλγιο ενημέρωσε το παράρτημα της Αθήνας ότι ο τότε 36χρονος μόνιμος κάτοικος Αμβέρσας εμπλεκόταν σε υποθέσεις διακίνησης κοκαΐνης. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης εταιρείας τροφοδοσίας πλοίων και με σκάφη ξεφόρτωνε πακέτα κοκαΐνης από εμπορικά πλοία στο λιμάνι της Αμβέρσας.
Εμφανιζόταν να κερδίζει πολλά εκατομμύρια μέσω τυχερών παιχνιδιών, με αποτέλεσμα να συνταχθούν σε βάρος του δικογραφίες για ξέπλυμα εκατομμυρίων ευρώ μέσω κερδισμένων δελτίων του ΟΠΑΠ. Πιο συγκεκριμένα, Την εμφανιζόταν να κερδίζει πολλά εκατομμύρια από το «ΠΑΜΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑ» ενώ το 2002 και το 2003 δήλωσε στην Β΄ Εφορία Κατερίνης κέρδη από το Στοίχημα ύψους 1.3 και 2.5 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Έτσι, τέθηκε σε διαρκή παρακολούθηση.
Οι αλιευτικές ενέργειες και η «αντίστροφη μέτρηση» του εντοπισμού
Το 2002, το παράρτημα της DEA στην Αθήνα ενημέρωσε την Αστυνομία και το ΣΔΟΕ ότι χρησιμοποιώντας ένα ταχύπλοο φουσκωτό σκάφος, ξεφόρτωσε από αλιευτικό ανοικτά της Κατερίνης 5,5 τόνους κοκαΐνης και τους μετέφερε σε αποθήκη στην περιοχή του Λιτόχωρου. Από την παρακολούθηση δεν προέκυψαν ευρήματα όμως κάτοικοι της περιοχής κατέθεσαν ότι ένα βράδυ στην παραλία του Λιτόχωρου είδαν τρακτέρ να τραβούν μεγάλα κιβώτια που ξεφόρτωνε κάποιο ψαράδικο.
Το Φθινόπωρο του 2003 οι ολλανδικές αρχές έκαναν έρευνες στα αλιευτικά «Χέλιξ» και «Τρίτων» δεν κατάφεραν όμως να εντοπίσουν ναρκωτικά καθώς, σύμφωνα με μια εκδοχή, ο ιδιοκτήτης τους είχε προβλέψει την κινητοποίηση των αρχών. Έτσι, έδωσε εντολή στα πλοία του να μην κατευθυνθούν απευθείας στις ακτές τις Ισπανίας αλλά να ταξίδεψουν βορειότερα στον Ατλαντικό και να αδειάσουν στη θάλασσα το φορτίο με την κοκαϊνη. Παρά την υπολογίσιμη απώλεια, ο Αγγελόπουλος φρόντισε να μην αφήσει ανοικτούς λογαριασμούς και εξόφλησε στο ακέραιο το κολομβιανό καρτέλ.
Την Άνοιξη του 2004 πληροφοριοδότης του Λιμενικού εντόπισε δεμένο σε προβλήτα στο Κερατσίνι το αλιευτικό «Africa I». Παρότι ο «χοντρός» δεν εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης του σκάφους, μέλη συνεργείου επισκευών τον αναγνώρισαν ως το πρόσωπο, που τους πλήρωνε σε μετρητά για να εγκαταστήσουν στο πλοίο δορυφορικά συστήματα πλοήγησης και επικοινωνίας.
Με την έναρξη της παρακολούθησης του Africa, η επιχείρηση για τη σύλληψη του «Ελληνα Εσκομπάρ» μπήκε σε τελική ευθεία. Στις 15 Μαϊου, το αλιευτικό απέπλευσε από το Κερατσίνι με προορισμό τη Δυτική Αφρική και φόρτωσε ανοικτά της Σενεγάλης 5.4 τόνους κοκαϊνης. Τα ναρκωτικά ήταν συσκευασμένα σε χαρτόκουτα και είχαν μεταφερθεί από μέλη του κολομβιανού καρτέλ που διασχίσαν τον Ατλαντικό με μια παλιά τορπιλάκατο.
Έχοντας αποκτήσει πρόσβαση στον αριθμό του δορυφορικού τηλεφώνου του Africa, βρετανικές, αμερικανικές και ελληνικές αρχές είχαν δυνατότητα να παρακολουθούν σε πραγματικό χρόνο τη διαδρομή του. Έτσι, κατά την επιστροφή του στην Ευρώπη και ενώ βρισκόταν ανοικτά του Γιβραλτάρ, το αλιευτικό καταδιώχθηκε από το σκάφος «Πετρέλα» της ισπανικής ακτοφυλακής στο οποίο επέβαιναν, μεταξύ άλλων, ένας αστυνομικός της Δίωξης Ναρκωτικών, ένας υπάλληλος του ΣΔΟΕ και ένα μέλος του κλιμακίου της DEA στην Αθήνα. Μάλιστα, η επιχείρηση λίγο έλειψε να αποβεί άκαρπη λόγω των ισχυρών ηλιακών καταιγίδων που προκαλούσαν παρεμβολές στα συστήματα παρακολούθησης.
Τελικά, το Africa βρέθηκε και ακινητοποιήθηκε την 13η Ιουλίου 2004, 100 ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά των ισπανικών ακτών. Για συμμετοχή στη μεταφορά των ναρκωτικών συνελήφθησαν αρχικά άλλοι δύο ύποπτοι.
Ο «Εσκομπάρ» εντοπίστηκε και συνελήφθη τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου στο αεροδρόμιο της Στουγκάρδης. Ήρθε, τότε, για πρώτη φορά πρόσωπο με πρόσωπο με τους διώκτες του, τον αξιωματικό της Δίωξης Ναρκωτικών Γιάννη Ραχωβίτσα ή «μουστάκια» και τον «δράκουλα» του τμήματος Δίωξης Ναρκωτικών του ΣΔΟΕ, Γιώργο Παπαδόπουλο.
Ο κατηγορούμενος αρνήθηκε ότι είχε σχέση με τη μεταφορά των ναρκωτικών και ισχυρίστηκε ότι πίσω από την εισαγωγή του φορτίου κρυβόταν ένας άλλος Έλληνας, που ήταν φυλακισμένος στις ισπανικές φυλακές για διακίνηση φορτίου κόκας βάρους 3,5 τόνων.
ΠΗΓΗ: vice.gr