Διπλωματική ισορροπία σε τεντωμένο σχοινί. Γράφει ο Μποξέρ*
Την ισορροπία σε τεντωμένο σκοινί επάνω από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα της Μεσογείου επιχειρεί να κρατήσει η κυβέρνηση.
Τη στιγμή που o ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας με φόντο τα ελληνικά λιμάνια γίνεται όλο και πιο φανερός, το Ουκρανικό μπαίνει σε μια πολύ λεπτή περίοδο με τις διεργασίες για την επίτευξη ειρήνης να κορυφώνονται και οι σχέσεις Ελλάδας Ρωσίας βρίσκονται στο ναδίρ, η διαχείριση του προβλήματος που λέγεται «ελληνικά λιμάνια» δε δείχνει εύκολη.
Παρόλα αυτά στην κυβέρνηση θεωρούν ότι το θέμα είναι διαχειρίσιμο, αν και ιδιαίτερα πολύπλοκο. Με βάση τις γενικότερες στρατηγικές επιλογές που ακολουθεί η χώρα εδώ και πολλά χρόνια, αλλά και τις πρόσφατες ενεργειακές συμφωνίες που έγιναν στην Αθήνα υπό τις ευλογίες της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, είναι προφανές ότι η Ελλάδα στο δίπολο «Ουάσινγκτον-Κίνα» ψηφίζει Ουάσιγκτον. Γιατί πέραν όλων αυτών που είπαμε προηγουμένως ο ρόλος που διαδραματίζουν σήμερα οι ΗΠΑ στα ζητήματα ασφάλειας της ανατολικής Μεσογείου είναι καθοριστικός. Και αυτό το βλέπει η κυβέρνηση και το υπολογίζει.
Eδώ είναι ενδεικτική και η ταχύτητα με την οποία αντέδρασε η κυβέρνηση, με την προώθηση μιας νομοθετικής πρωτοβουλίας, μέσω της οποίας η ΟΝΕΧ, η οποία δραστηριοποιείται στα ναυπηγεία της Ελευσίνας και έχει χρηματοδοτηθεί από την αμερικανική κρατική αναπτυξιακή εταιρεία, θα έχει εφεξής τη δυνατότητα να επεκταθεί στον εμπορικό, διαμετακομιστικό, λιμενικό με ενεργειακό και αμυντικό τομέα.
Την ίδια στιγμή βέβαια αυτός ο προσανατολισμός της χώρας δε συνεπάγεται και πάγωμα των σχέσεων με το Πεκίνο. Και αυτό αφορά βέβαια στη δέσμευση που έχει αναλάβει η χώρα για το λιμάνι του Πειραιά έναντι της Κίνας, η οποία είναι μακροχρόνια και δεν πρόκειται να αλλάξει.
Εδώ ας μην αφήσουμε απέξω -αν και ακόμα δεν έχει απασχολήσει την πολιτική επικαιρότητα ή το διπλωματικό παρασκήνιο - και τον παράγοντα Ρωσία που με τον Ιβάν Σαββίδη παίζει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαχείριση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης. Είναι ένας παράγοντας που ακόμα δεν έχει μπει στο παιχνίδι και ο οποίος μπορεί να κάνει το έτσι κι αλλιώς δύσκολο παζλ που λέγεται «ελληνικά λιμάνια και η διαχείρισή τους με βάση γεωπολιτικές συμμαχίες», ακόμη πιο περίπλοκο.
Ένα δεύτερο μέτωπο στο οποίο η Ελλάδα έχει στραμμένο το βλέμμα της αυτές τις ημέρες, είναι το Ουκρανικό, όπου η χώρα μας δέχτηκε λεκτική επίθεση από το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών με αφορμή τη συμφωνία με το Κίεβο για τη συμπαραγωγή ναυτικών drones. Mε βάση αυτό, αλλά και ενώ βρισκόμαστε σε αναμονή της όποιας συμφωνίας για το Ουκρανικό, η Ελλάδα θα επιθυμούσε αυτή η συμφωνία να έκανε σεβαστή την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, καθώς υπάρχει πάντα στο ελληνικό διπλωματικό ράφι -και μάλιστα ψηλά- η υπόθεση του Κυπριακού. Πέραν αυτού βέβαια η Ουκρανία και η ανοικοδόμηση της χώρας είναι ένα θέμα που ενδιαφέρει την ελληνική κυβέρνηση, όπως φάνηκε και από τις πρόσφατες δηλώσεις που έκανε ο πρωθυπουργός στη συνάντηση που είχε στην Αθήνα με τον Ουκρανό Πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι.
Όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν μακρινά, γιατί δεν ακουμπούν τους πολίτες, όμως και αυτό είναι σχετικό. Αν κοιτάξουμε τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, θα παρατηρήσουμε τη μεγάλη αποδοχή των νέων ενεργειακών συμφωνιών που υπέγραψε η χώρα μας εντός ΕΕ και ότι αυτή η αποδοχή έδωσε ένα δημοσκοπικό σπρώξιμο προς τη στάσιμη το τελευταίο διάστημα ΝΔ. Άρα, τα καλά γεωπολιτικά νέα επηρεάζουν και την εσωτερική πολιτική σκηνή.
Φεύγοντας από τις τρικυμίες για τα ελληνικά λιμάνια και το Ουκρανικό πάμε στο τρίτο θέμα που απασχολεί την κυβέρνηση και που μπορεί να βρεθεί στην επικαιρότητα τις επόμενες ημέρες εξαιτίας της επίσκεψης του πρωθυπουργού στο Λονδίνο. Και αφορά στην επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Ένα θέμα που συζητιέται χρόνια και όπου εσχάτως υπήρξε παρασκηνιακά μια συγκρατημένη αισιοδοξία για την εξεύρεση λύσης.
Όμως το θέμα είναι εξαιρετικά περίπλοκο, καθώς αφορά στις σχέσεις της Αθήνας όχι μόνο με τη βρετανική κυβέρνηση αλλά και με το δύσκαμπτο Βρετανικό Μουσείο. Και εδώ η επιμονή του τελευταίου στη θέση πως σε όποια συμφωνία γίνει θα πρέπει να είναι ορατό ότι τα γλυπτά που θα επιτρέψουν στο μουσείο της Ακρόπολης αποτελούν αντικείμενα δανεισμού και δεν θα ανήκουν στην Ελλάδα, δημιουργεί προβληματισμό στην ελληνική κυβέρνηση, κάτι που φάνηκε και από την απάντηση που έδωσε στη συζήτηση που είχε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τη συγγραφέα Βικτόρια Χίσλοπ.
Όμως ποτέ κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να φέρει η επόμενη μέρα σε τέτοια ευαίσθητα και δύσκολα θέματα.
Η εβδομάδα που ξεκινά σήμερα περιλαμβάνει πολλή δουλειά για την κυβέρνηση και για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Χτες με το που επέστρεψε από τη Σιγκαπούρη προσήλθε να ψηφίσει στις εσωκομματικές εκλογές της ΝΔ, ενώ σήμερα θα συναντήσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τασούλα στη συνάντηση που έχουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα και την Τρίτη αναμένεται να συνεδριάσει το υπουργικό συμβούλιο, με την ατζέντα -όπως πάντα- να είναι μεγάλη.
Την Πέμπτη τώρα, αν δεν υπάρξει καμία συγκλονιστική αλλαγή, ο πρωθυπουργός θα ανέβει στη Θεσσαλονίκη για να κάνει την πρώτη του διαδρομή με το Δυτικό Προαστιακό της Θεσσαλονίκης που εδώ και μερικές ημέρες συνδέει το Σιδηροδρομικό Σταθμό της πόλης με τη Σίνδο. Και επειδή μιλάμε για τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη είναι βέβαιο ότι θα υπάρχει και συνοδευτικό πρόγραμμα.
Τώρα η εβδομάδα θα περιλαμβάνει και πολύ από Αλέξη Τσίπρα, καθώς το βιβλίο βγαίνει από σήμερα στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων. Ήδη οι αντιδράσεις δεν είναι λίγες, ακόμα και ανθρώπων, όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που συνεργάστηκαν μαζί του για καιρό. Όπως εξομολογήθηκε στον «πρωινό καφέ» του Σαββάτου στο e-makedonia, ο πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έχει μερικές βασικές διαφωνίες για το εγχείρημα του Αλέξη Τσίπρα. Ξεκινώντας από την ασάφεια για το τι κόμμα θέλει να φτιάξει και συνεχίζοντας με την επιφύλαξη που διατυπώνει ότι αυτό που θα επιχειρήσει να δημιουργήσει θα είναι ένα αρχηγικό κόμμα.
Φυσικά για τον Τσίπρα όλες αυτές οι διαφωνίες και οι προβληματισμοί μπορεί να είναι και στόχος της έκδοσης του βιβλίου του. Δηλαδή η «Ιθάκη» να προκαλέσει τη σύγκρουση με στελέχη που ο ίδιος θεωρεί ότι έχουν απαξιωθεί στην κοινή γνώμη. Και αυτό δεν αφορά τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, αλλά σίγουρα άλλους, όπως τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, τον Γιάνη Βαρουφάκη και τον Παναγιώτη Λαφαζάνη. Από αυτούς ο Αλέξης Τσίπρας θέλει να κόψει τις γέφυρες.
*Ένας Αθηναίος που ζει στη Θεσσαλονίκη