Μεγάλη ρευστότητα αλλά και κάποια δεδομένα χαρακτηρίζουν την πολιτική ζωή της χώρας σχεδόν ενάμιση χρόνο πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Δεδομένο πρώτο. Ο χρόνος των εκλογών. Παρά τα σενάρια που κυκλοφόρησαν πρόσφατα, η απόφαση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν αλλάζει και οι κάλπες θα στηθούν από τον Μάρτιο του 2027 και μετά. Έτσι ώστε, ακόμα και η τριπλή κάλπη -που μπορεί να μας προκύψει- να χωρά στο διάστημα από τον Μάρτιο μέχρι την 1η Ιουνίου. Έτσι ώστε, όταν η Ελλάδα αναλάβει την προεδρία της ΕΕ, να έχει κυβέρνηση.
Δεδομένο δεύτερο ότι η ΝΔ θα είναι με απόσταση ασφαλείας πρώτο κόμμα. Το αν θα πετύχει double score ή η διαφορά θα είναι μονοψήφια ή ακόμη και οριακή, θα εξαρτηθεί τόσο από την απόδοση της κυβέρνησης τον επόμενο χρόνο όσο και από τις διεργασίες στην κεντροαριστερά.
Δεδομένο τρίτο ότι δεξιά της ΝΔ το σκηνικό θα είναι διαφορετικό από ό,τι στις ευρωεκλογές του 2024. Από τον πολυκερματισμό θα πάμε στην κυριαρχία της Ελληνικής Λύσης, που μπορεί να χτυπήσει και διψήφιο νούμερο, ενώ όλες οι άλλες κινήσεις, που ξεπέρασαν το 3% στην ευρωπαϊκή κάλπη, μπορεί να βρεθούν εκτός ελληνικής Βουλής.
Δεδομένο τέταρτο ότι στην κεντροαριστερά ο πολυκερματισμός θα πάει για βραβείο Γκίνες. Με βάση τα σημερινά δεδομένα στον χώρο μεταξύ του ΚΚΕ και του ΠΑΣΟΚ είναι πολύ πιθανόν να έχουμε πέντε κόμματα που θα διεκδικήσουν να μπουν στη Βουλή. Το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα, το Κίνημα Δημοκρατίας, η Πλεύση Ελευθερίας, ο ΣΥΡΙΖΑ (ή ένα κομμάτι του) και το ΜέΡΑ25, ενώ για τη Νέα Αριστερά τα σενάρια είναι πολλά. Από το να κατέβει αυτόνομη μέχρι το να διασπαστεί σε κομμάτια που θα συμμαχήσουν είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ είτε με το ΜέΡΑ25.
Από κει και πέρα, αρχίζουν τα ερωτηματικά.
Πρώτο ερωτηματικό. Η δυναμική που θα αποκτήσει το κόμμα Τσίπρα. Η εκδήλωση της Τετάρτης δεν ήταν και «ουάου», ενώ το μεγάλο στοίχημα θα είναι τα πρόσωπα που θα το στελεχώσουν.
Δεύτερον, η αντίσταση του ΠΑΣΟΚ. Πώς θα καταφέρει, δηλαδή, ο Νίκος Ανδρουλάκης να αντιμετωπίσει τα νέα δεδομένα με τόσα πολλά ανταγωνιστικά κόμματα δίπλα του και με το κόμμα Τσίπρα να ξεχωρίζει.
Τρίτο ερωτηματικό, η δημιουργία νέων κομμάτων. Όπως φαίνεται, η τάση για νέο κόμμα στον Αντώνη Σαμαρά φαίνεται να υποχωρεί, χωρίς, βέβαια, να αποκλείεται και μία νέα ανατροπή. Ο πρώην πρωθυπουργός, πάντως, δείχνει προς το παρόν μία διστακτικότητα.
Όσο για τη Μαρία Καρυστιανού, ό,τι και να πει κανείς κινδυνεύει να πέσει έξω. Αν κρίνουμε από τις δηλώσεις της ίδιας, θυμίζει λίγο Λένιν και το βιβλίο του «ένα βήμα μπρος, δύο βήματα πίσω». Το κόμμα Καρυστιανού, βέβαια, θα «ξυρίσει» όλα τα κόμματα της κεντροαριστεράς και είναι πολύ πιθανό, αν καταφέρει να επιβιώσει σε μία σκληρή προεκλογική περίοδο, όπου το διακύβευμα δεν θα είναι πια η υπόθεση των Τεμπών αλλά η επόμενη μέρα της Ελλάδας, να διεκδικήσει ακόμα και τη δεύτερη θέση.
Συμπέρασμα; Αμφίρροπες τις επόμενες εκλογές δεν τις λες, καθώς η ΝΔ είναι το απόλυτο φαβορί για την πρωτιά, αλλά το μετά φαντάζει ελαφρώς αβέβαιο…