Η ελληνική οικονομία το 2025: Σταθερότητα, μεταρρυθμίσεις και πρόοδος

Του Γιάννη Παπαγεωργίου, Συντονιστή Γραφείου Πρωθυπουργού Μακεδονίας

Η ελληνική οικονομία κλείνει το 2025 με έντονη δυναμική, παρά το δύσκολο διεθνές περιβάλλον και τις γεωπολιτικές αβεβαιότητες. Τα στοιχεία των τελευταίων ετών δείχνουν ότι η οικονομία μας ανακάμπτει με ρυθμούς υψηλότερους από την Ευρωζώνη, ενώ η ανεργία, η παραγωγή και οι επενδύσεις παρουσιάζουν διαχρονικές βελτιώσεις. Στο επίκεντρο αυτής της πορείας βρίσκονται πολυεπίπεδες μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, οι οποίες διαμόρφωσαν ένα πιο σταθερό, ανταγωνιστικό και εξωστρεφές οικονομικό περιβάλλον.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της περιόδου είναι η ισχυρή ιδιωτική κατανάλωση, η μείωση της ανεργίας κάτω από το 9% τον Οκτώβριο του 2025 από περίπου 17,3% το 2019 και η αύξηση της απασχόλησης στο 63,3%, το υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 15ετίας. Παράλληλα, το ΑΕΠ αυξάνεται σταθερά, με την Ελλάδα να διατηρεί ρυθμό ανάπτυξης κοντά στο 2,2% την τρέχουσα χρονιά, ποσοστό που είναι υψηλότερο του Ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ για το 2026 προβλέπεται επιτάχυνση στο 2,4%.

Στο πεδίο της φορολογικής πολιτικής, η κυβέρνηση υλοποίησε σειρά παρεμβάσεων που ενίσχυσαν το διαθέσιμο εισόδημα και μείωσαν το συνολικό φορολογικό βάρος. Ανάμεσά τους: η μείωση του εισαγωγικού φορολογικού συντελεστή στο 9% και η αύξηση του αφορολόγητου ανά παιδί (2020), η μείωση ασφαλιστικών εισφορών κατά 3 μονάδες (2021), η 50% φοροαπαλλαγή για επενδύσεις «επενδυτικών αγγέλων» στο Elevate Greece (2021), η μεσοσταθμική μείωση ΕΝΦΙΑ κατά 34% (2022), η κατάργηση του φόρου επί τόκων κρατικών ομολόγων (2023), νέα αύξηση αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά (2024) και η αυτοτελής φορολόγηση εφημεριών ιατρών του ΕΣΥ (2025). Πρόκειται για ένα από τα πιο εκτεταμένα πακέτα ελαφρύνσεων της τελευταίας δεκαετίας.

Στον τομέα της περιφερειακής ανάπτυξης, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός διαμόρφωσαν την Εθνική Στρατηγική για την Περιφερειακή και Τοπική Ανάπτυξη. Αυτή περιλαμβάνει 8.000 έργα σε εξέλιξη, 50 τοπικά σχέδια ανάπτυξης σε κάθε περιφερειακή ενότητα και συμμετοχή άνω των 1.000 φορέων για τη χάραξη ενός ολοκληρωμένου χωρικού σχεδιασμού έως το 2026. Πρόκειται για την πρώτη οργανωμένη προσπάθεια συνολικής χωρικής σύγκλισης μετά από δεκαετίες.

Σημαντική μεταρρυθμιστική παρέμβαση αποτελεί και η ενίσχυση των ΜμΕ μέσω του ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ: έχουν εγκριθεί 2.700 δάνεια ύψους 924 εκατ. ευρώ, ενώ προστίθενται 240 εκατ. ευρώ νέας χρηματοδότησης για το 2025, ενισχύοντας την πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε κεφάλαιο και χρηματοδοτικά εργαλεία που επί χρόνια ήταν περιορισμένα.
Παράλληλα, ο Εξωδικαστικός Μηχανισμός, ο οποίος αποτελεί μια μεταρρύθμιση που υλοποίησε η κυβέρνηση και έχει προσφέρει ανάσα ρευστότητας και προστασίας: 48.414 ρυθμίσεις χρεών, συνολικού αρχικού ύψους 15,26 δισ. ευρώ, καθώς και 2.450 νέες ρυθμίσεις μόνο τον Νοέμβριο 2024, επίδοση-ρεκόρ.

Η δέσμη μέτρων που παρουσίασε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ του 2025 αποτελεί μία από τις πιο στοχευμένες παρεμβάσεις της μεταπολίτευσης, με σαφή προσανατολισμό στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την ενίσχυση της μεσαίας τάξης και τη σταθερότητα των δημοσιονομικών. Το συνολικό πακέτο ανέρχεται στα 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων 1,7 δισ. ευρώ αφορούν νέα μέτρα για το 2026 και 1,5 δισ. ευρώ ήδη εξαγγελθείσες μόνιμες παρεμβάσεις που έχουν ενεργοποιηθεί. Τα μέτρα περιλαμβάνουν σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις για μισθωτούς, οικογένειες με παιδιά, συνταξιούχους και νέους επαγγελματίες, με αυξήσεις καθαρών αποδοχών που ξεκινούν από 50 έως και 293 ευρώ τον μήνα για ειδικές κατηγορίες εργαζομένων.

Η λογική των παρεμβάσεων της ΔΕΘ είναι διπλή: από τη μία πλευρά να ενισχύσουν το εισόδημα νοικοκυριών που πιέστηκαν από τον διεθνή πληθωρισμό, και από την άλλη να τονώσουν τη ζήτηση και τη ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.

Στον κλάδο της βιομηχανίας, η ελληνική μεταποίηση γνώρισε την ταχύτερη μεγέθυνση στην Ευρώπη. Την περίοδο 2019–2024, οι μεταποιητικές επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά περίπου 10%, οι εργαζόμενοι κατά 18% και ο μέσος μισθός κατά προσέγγιση 250 ευρώ, ενώ το μερίδιο της βιομηχανίας στο ΑΕΠ αυξήθηκε σχεδόν κατά 3 μονάδες, γεγονός που αποτελεί τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή επίδοση. Παράλληλα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ανήλθαν κοντά στο 40–45% του ΑΕΠ, σημειώνοντας διπλασιασμό συγκριτικά με προ κρίσης επίπεδα.

Τέλος, η Ελλάδα πέτυχε το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα από το 1995, αγγίζοντας το 4,8% του ΑΕΠ το 2024, με συνολικό αποτέλεσμα γενικής κυβέρνησης +1,3%, μια εξέλιξη που συνέβαλε στην αναβάθμιση της φερεγγυότητας του Δημοσίου και στη μείωση του κόστους δανεισμού, ενισχύοντας τη μακροοικονομική σταθερότητα της χώρας.

Αυτό που βλέπουμε σήμερα δεν είναι απλώς η συνέχιση μιας πορείας ανάκαμψης· Είναι σημείο καμπής της ελληνικής οικονομίας. Με μειωμένη ανεργία, σταθερό ευρώ, αυξανόμενη παραγωγή, επενδύσεις, ένα νέο παραγωγικό πρότυπο και πρωταγωνιστικό ρόλο στον τομέα της ενέργειας, η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει ξανά ηγετικό ρόλο στην Ευρωζώνη και στην ευρύτερη Μεσόγειο. Το 2025 δεν αποτελεί συνέχεια της κρίσης, αλλά εφαλτήριο για ένα πιο ανθεκτικό, ανταγωνιστικό και σύγχρονο οικονομικό μοντέλο. Αν αξιοποιήσουμε αυτήν τη δυναμική με συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, και στοχευμένη ανάπτυξη, η χώρα μπορεί να γίνει παράδειγμα ευρωπαϊκής σταθερότητας και προόδου, μια Ελλάδα που ηγείται, εμπνέει και προχωρά με αυτοπεποίθηση στο μέλλον.